Τα έργα τέχνης ζουν μέσα σε απέραντη μοναξιά και η κριτική είναι το χειρότερο για να τα ζυγώσεις.
Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα συλλάβει, να τ' αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους
RAINER MARIA RILKE

Doc doc doc ! What is it ? ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΡΟΒΗΡΟΥ ΜΑΝΘΟΥΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ

Αυτό το κείμενο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 13 Ιουλίου 2008 στο ένθετο “Υστερόγραφο” της εφημερίδας “Φιλελεύθερος” της Κύπρου με αφορμή το 3ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Λεμεσού. (Στο ίδιο τεύχος δημοσιεύτηκε και το κείμενο του Νίκου Θεοδοσίου “Ένα ντοκιμαντέρ μετράει τ’ άστρα”.)

Θα θυμάστε αυτή τη σκηνή από ταινία των Λόρελ και Χάρντι. Ο Χοντρός ακούει χτύπους στην πόρτα : Τοκ τοκ τοκ ! «Who is it?» ρωτάει. «Merry…» ακούγεται από μακριά η φωνούλα του Λιγνού. «Mary who?» ωρύεται ο Χοντρός. «Merry Christmas!» καταφέρνει να πει ο Λιγνός…
Doc doc doc ! Τι είναι ; Έχω τόσες φορές μιλήσει για το ντοκιμαντέρ που θα μου θυμώσει η φιξιόν και δεν θα μου ξαναμιλήσει. Αλλά αξίζει τον κόπο αν αυτό βοηθήσει να αρθούν οι παρεξηγήσεις. Που, δυστυχώς, δεν ευδοκιμούν μόνο στον εξωτερικό κύκλο των σινεφίλ αλλά και στον εσωτερικό των σινε-παραγόντων. Δεν είναι πολύς καιρός που βρεθήκαμε σε μια Κριτική Επιτροπή Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ με ένα γνωστό σκηνοθέτη –και καλό φίλο- ο οποίος ήθελε να βραβεύσει ένα φιλμ λόγω ¨τεκμηρίου¨ ενώ εμείς οι υπόλοιποι ένα άλλο φιλμ, λόγω μορφής. «Αν δεν είναι ντοκουμέντο» έλεγε, «πώς θα το πούμε ντοκιμαντέρ;». «Μα αν ήταν έτσι, θα φέρναν γιατρούς στην Κριτική Επιτροπή» του είπαμε, «θα φέρναν τεκμηριολόγους, δεν θα φέρναν έσένα, που είσαι καλλιτέχνης!».
Αυτή η φοβερή λέξη «ντοκιμαντέρ» φταίει για όλα. Καμιά ειδική σχέση δεν έχει με το τεκμήριο. Ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να έχει για θέμα του την Ολυμπία του Μανέ, έτσι δεν είναι; Αλλά η Ολυμπία του Μανέ είναι ζωγραφική. Και η ζωγραφική είναι φιξιόν ! Το κάδρο του πίνακα και ο μουσαμάς που τον υποδέχτηκε είναι τεκμήρια. Όλα τα σημαίνοντα είναι «τεκμήρια» και όλα τα σημαινόμενα μυθοπλασίες! Ο Κοροβέσης είναι βουλευτής. Μας ενδιαφέρει η χοληστερίνη του ; Όχι βέβαια ! Ένα πορτραίτο του κάνουμε. Όπως έκανε ο Μανέ της Ολυμπίας. Που κι΄αυτή αληθινό πρόσωπο ήτανε. Αλλά δεν κοιτάμε ούτε το κάδρο που είναι ολόγυρα ούτε τη χοληστερίνη της Ολυμπίας. Το σημαίνον είναι η πρώην Ολυμπία –της Μονμάρτης- αυτή μάλιστα είναι τεκμήριο. Το σημαινόμενο είναι η νυν «Ολυμπία του Μανέ». (Αν δεν ήταν του Μανέ, το πιθανότερο είναι να μην ήταν καν στο Μουσείο του Ορσαί). Το «πρώην» είναι αυτό που δεν έχει ακόμα κινηματογραφηθεί, σκηνοθετηθεί, μονταριστεί –με δυο λόγια, που δεν έχει ανατραπεί ! (Που δεν έχει πάψει να είναι τεκμήριο !). Μ’ άλλα λόγια, που δεν έχει γίνει κινηματογράφος.
Ο ως άνω συνάδελφός μου σκηνοθέτης, μόλις άκουσε «ντοκιμαν…», δηλαδή τεκμήριο, και πριν ολοκληρώσει τη φράση του ο Λιγνός, έσπευσε να του δώσει βραβείο. Να βραβεύσει το τεκμήριο -ενώ στο βέρο ντοκιμαντέρ το τεκμήριο δεν φαίνεται καν, έχει μεταλλαχτεί σε φιλμ. Αλλά και στον υπαρκτό κόσμο, στη φύση, το βέρο τεκμήριο δεν φαίνεται. Φύσις κρύπτεσθαι φιλεί, έλεγε ο Ηράκλειτος. Το βέρο τεκμήριο παράγει μυστήριο. Βέρο, γιατί υπάρχει τεκμήριο και τεκμήριο. Αυτό που μπορεί να μετρηθεί και να ζυγιστεί και το βέρο, αυτό που μπορεί να ζυγιστεί μόνο με το μάτι. Η τέχνη είναι εκείνο το βολταϊκό τόξο που πηδάει από το βέρο τεκμήριο στο αφήγημά του. Μια ιατρική συνταγή είναι ένα τεκμήριο –«πλαστικό» τεκμήριο- που αποφεύγει κάθε μυστήριο και κάθε ποιητική μορφή. Γιατί αλλιώς θα σκότωνε ανθρώπους. Ενώ ένα ποίημα –ή ένα κινηματογραφικό ποίημα, δηλαδή ένα ντοκιμαντέρ- ανασταίνει νεκρούς. Όπως το «Νight Mail” (Νυχτερινό Ταχυδρομείο) των Basil Wright, Harry Watt, Alberto Cavalcanti John Grierson, Stuart Legg, W.H.Auden, Benjamin Britten. Το θέμα του είναι ένα ντοκουμέντο, αλλά βέρο. Τόσο βέρο όσο οι Πέρσες του Αισχύλου. Ένα νυχτερινό τρένο ξεκινάει απ΄ το Λονδίνο, σκαρφαλώνει όλη νύχτα στα βουνά της Σκωτίας, δεν κάνει καμιά στάση και «πετάει» κάθε τόσο, στο διάβα του, τους ταχυδρομικούς σάκους στις πόλεις και στα χωριά που προσπερνάει. Οι Πέρσες-θέαμα του Αισχύλου είναι ¨μίμηση¨ της ιστορίας (μίμηση, γιατί την μιμούνται ηθοποιοί στη θέση των πραγματικών προσώπων). Ενώ το Night Mail-θέαμα του Μπέϊζιλ Ράιτ είναι αντικαθρέφτισμα. Και τα δύο ¨φιξιόν¨ είναι. (Όσο μπορούν να είναι φιξιόν θέματα σαν τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας ή σαν ένα καθημερινό τρένο-ταχυδρομεί…). Είναι φιξιόν γιατί ξαναπλάθονται. Όλες τις ¨μυθοπλασίες¨ ένα βολταϊκό τόξο τις φέρνει, από κάποιο ντοκουμέντο –που μπορεί να είναι και κάποια γωνιά του εγκεφάλου μας, ή όποια άλλη θυμική στύση. Κανένα έργο τέχνης δεν είναι αντικειμενικό (όπως νομίζουν ακόμα μερικοί σινε-παράγοντες) άρα ούτε και το ντοκιμαντέρ. (Μήπως και το δικαστικό έγγραφο δεν είναι κι΄αυτό υποκειμενικό ; Μόνο το χαρτί είναι αντικειμενικό, τελικά…). Ακούστε πώς σκαρφαλώνει στα Highlands της Σκωτίας το Νυχτερινό Ταχυδρομείο, όχι με το θόρυβο της μηχανής του αλλά με το αγκομαχητό της μουσικής του Μπρίτεν και των 53 στίχων του ‘Ωντεν, που τους διαβάζει –αγκομαχητά- ο ίδιος (και που μου θυμίζει τώρα το σκαρφάλωμα των νεόπλουτων του δικού μου ¨Πρόσωπο με Πρόσωπο,¨ ξημέρωμα, στο βράχο της Ακρόπολης με συνοδεία τους στίχους του Χριστοδούλου, που τους διαβάζει –αγκομαχητά- ο ίδιος). Ιδού οι 4 πρώτοι:
This is the Night Mail crossing the border,
Bringing the cheque and the postal order,
Letters for the rich, letters for the poor,
The shop at the corner and the girl next door…
(Σε μια πρόχειρη μετάφραση)
Ο ταχυδρόμος – ο νυχτερινός – ορίστε που περνάει, Επιταγές τραπεζικές – και ταχυδρομικές – μαζί του κουβαλάει Και γράμματα – για πλούσιους – γράμματα για φτωχούς, Για τα κορίτσια – τους μαγαζάτορες – κι΄ άλλους πολλούς…
Ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές του 20ού αιώνα, ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες του 20ού αιώνα και 5 από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες όλων των εποχών, πατριάρχες του ντοκιμαντέρ (ο Καβαλκάντι, μάλιστα, ήταν ο ηχολήπτης !) κλείστηκαν σ΄ένα εργαστήριο για να συνοδεύσουν ένα ταχυδρομικό τρένο που έτρεχε ασταμάτητα όλη τη νύχτα. Μια παραγωγή των Ταχυδρομείων της Μεγάλης Βρετανίας. Όταν είδα κάποτε αυτήν την ταινία (την έφερα και στην Ελλάδα για τους μαθητές μου της Σχολής Σταυράκου) κατάλαβα πρώτον, γιατί στην Αγγλία έριχνες ένα γράμμα το πρωί και το απόγεμα ήταν στον προορισμό του και δεύτερον, τι έννούσε ο Γκρήρσον (ο δάσκαλος όλων μας, αυτός που ονόμασε το ντοκιμαντέρ ντοκιμαντέρ) όταν έλεγε ότι ο ¨πρωταρχικός¨ (¨original¨) ηθοποιός και η ¨πρωταρχική¨ (¨original¨) σκηνή «είναι καλύτεροι οδηγοί από τις μυθοπλαστικές απεικονίσεις τους για να ερμηνεύσεις τον σύγχρονο κόσμο. Το υλικό σου, όταν το πάρεις από ¨πρώτη ύλη¨, θα είναι πιο αληθινό από αυτό που θα παίξουν οι ηθοποιοί». (Το δοκίμασα με το «Μπλούζ με σφιγμένα δόντια» και είδα ότι δεν είχε άδικο).
Ο Τζον Γκρήρσον, στον οποίον οφείλεται το κίνημα του σπονσορισμένου από το κράτος βρετανικού ντοκιμαντέρ της δεκαετίας του 30 (το οποίο μεταφυτέψαμε στην Ελλάδα στη δεκαετία του 60 – 30 χρόνια αργότερα ! – με την ¨Ομάδα των 5¨) ήταν θιασώτης ταυτόχρονα του Ρόμπερτ Φλάερτυ (¨Ο Νανούκ του Βορά¨) και του νεαρού σοβιετικού κινηματογράφου (Αϊζενστάιν, Βερτόβ) –χώρια που ήταν σοσιαλιστής, πιθανότατα μαρξιστής, όπως όλη η ομάδα του. Ο Γκρήρσον είχε σπουδάσει δημόσιες σχέσεις στην Αμερική. Βλέποντας ότι μια γαλλική εταιρία γουνών (Αδελφοί Ρεβιγιόν) χρηματοδότησε ένα δημιουργικό εθνολογικό ντοκιμαντέρ για τη ζωή των Εσκιμώων, που είχε εντελώς έμμεση σχέση με γούνες, βλέποντας –στην άλλη άκρη του πολιτικού σπέκτρου- μια επαναστατική εξουσία να χρηματοδοτεί πολιτικά φιλμ μεγάλων καλλιτεχνικών αξιώσεων, επιστρέφει στην Αγγλία και πείθει την συντηρητική κυβέρνηση να κάνει τις δημόσιες σχέσεις της μέσω φιλμικών αριστουργημάτων. Έτσι ξεκίνησε το GPO Film Unit (των Ταχυδρομείων) το 1933. Από τότε, μέχρι που μετασχηματίστηκε σε Crown Film Unit, το 1940, (του Υπουργείου Πληροφοριών -και προπαγάνδας κατά τον πόλεμο) έδωσε εκείνα τα αριστουργήματα που άνοιξαν καινούριες λεωφόρους στην κινηματογραφική τέχνη σε όλες τις ηπείρους και τις χώρες της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, αλλά και της ίδιας της Αμερικής. Στο μεταξύ, καλεσμένος από την Καναδική Κυβέρνηση, το 1939, ιδρύει το Film Board of Canada, που θα εξελιχθεί κι΄αυτό σ΄ ένα χείμαρρο κινηματογραφικών αριστουργημάτων, ανάμεσα στα οποία οι ταινίες του (Σκωτσέζου) Νόρμαν Μακ Λάρεν. Όταν, κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, άρχισε η αντικομουνιστική υστερία, θα κυνηγηθεί και ο Γκρήρσον για ¨φιλοκομουνισμό¨ τόσο στον Καναδά όσο και στις Ενωμένες Πολιτείες, από το FBI που ψάχνει για καινούριους σοβιετικούς κατασκόπους.
Η φιλοσοφία του Γκρήρσον για το σινεμά δεν διέφερε πολύ από την περιφρόνηση του Ντζίγκα Βερτόβ για το «βίτσιο της μπουρζουαζίας» όπως ονόμαζε την κινηματογραφική φιξιόν. «Σε μια εποχή που τα πιστεύω, οι ιδεολογίες και οι σκοποί στη ζωή έχουν υπονομευθεί –έλεγε ο Γκρήρσον και μάλιστα πριν από 40 χρόνια !- η πνευματική κούραση, αν δεν είναι η φιλοσοφική κούραση, επενεργεί σε μεγάλο βαθμό στην καθημερινή εμπειρία. Ο μεγιστάνας του Χόλυγουντ δεν κάνει τίποτα παραπάνω από το να εκμεταλλευτεί αυτήν την ευκαιρία. Είναι κι΄αυτός, λίγο ως πολύ, ένας ¨ντήλερ¨ ναρκωτικών. Όσο για την Τηλεόραση, είναι ένα είδος μασάζ για να σου φέρει ύπνο, ένα ακόμα ξεκουραστικό οικιακό εργαλείο. Ακριβώς η αντίθεση του φιλμ ντοκιμαντέρ –του οποίου ο ρόλος είναι να γίνει το σφυρί που θα σε ξυπνάει από τον κοινωνικό λήθαργο».
«Η κινηματογραφική φιξιόν είναι το Όπιο του λαού» φώναζε, απ’ τη μεριά του, ο Ντζίγκα Βερτόβ. «Κάτω τα σενάρια-παραμύθια της Μπουρζουαζίας ! Ζήτω η ζωή όπως είναι ! »